Wednesday, November 30, 2011

ω τι αληθινή σχέση!





Μ αρέσουν οι λέξεις σου.  Τις τακτοποιείς τόσο όμορφα και φτιάχνεις ένα ψέμα που μου το ταίζεις στα ψέμματα κι εγώ σου λέω ''ωω δώσε μου κι άλλες κουταλιές από αυτή τη νόστιμη κρέμα μπαμπά''

Μετά φτιάχνω κι εγώ τις δικές μου ΨεμματοΦράσεις και φοράω το καλύτερο χαμόγελο μου,  σε κοιτάζω ευθεία στα μάτια και σε ρωτάω  ''ήταν νόστιμο μπαμπά;''


Sunday, November 27, 2011

ο ύπνος μια αποτυχημένης επιτυχίας




Δε ξέρω αν εγώ είμαι τόσο λίγη ή οι καταστάσεις τόσο μεγάλες ώστε να με προσπερνούν.  Νιώθω σαν άτομο με ειδικές ανάγκες που δεν έζησε ποτέ στο περιθώριο,  αλλά έζησε σ ένα δικό του περιθώριο.

Δεν έχω χέρια.  Δεν έχω πόδια.  Έχω κοιλιά αλλά δεν έχω μήτρα.  Δεν έχω αιδοίο.  Σα να μου τα πήραν ένα ένα,  κι εγώ ηλίθια και καθυστερημένη χαμογελούσα με συγκατάβαση.
''Παρακαλώ,  πάρ τε τα άλλωστε σε τι μου χρησιμεύουν εμένα''

Τα έδωσα όλα,  κι ότι περίσσεψε το σκόρπισα εδώ κι εκεί σα να μην είχε καμμιά αξία.
Βλέπω πεινασμένους να σκαλίζουν στους κάδους των σκουπιδιών με κάτι μακριά σιδερένια μπαστούνια και να βγάζουν ένα πόδι,  ένα χέρι,  προχθές κάποιος έβγαλε κάτι που έμοιαζε με το στήθος μου κι εγώ γύρισα το κεφάλι αλλού να μη με βλέπω.

Πριν λίγο πάλι,  κάποιος είχε ανάψει μια μεγάλη φωτιά στη μέση του χιονισμένου δρόμου και σε μια τεράστια χύτρα μαγείρευε το μυαλό μου.
Δηλώνω άγνοια για το πότε ακριβώς με εγκατέλειψε,  παρ όλα αυτα είχα πάντα μια αφελή ελπίδα πως θα επιστρέψει.  Σε ακμαιότερη κατάσταση.  Μάταια!

Νιώθω τόσο άδεια κι ανασφαλής που αναρωτιέμαι αν ήταν ποτέ διαφορετικά.  Υπήρξα ποτέ αληθινά γεμάτη;  Υπήρξα ποτέ δυνατή;  Έξυπνη;

Τις νύχτες μ επισκέπτονται εκείνα τα πουλιά που ψυθιρίζουν βρωμόλογα στ αυτιά μου.  Είναι μαύρα και πολλά.  Τσιμπούν όλο μου το σώμα και τα πρωινά ξυπνάω από φριχτούς πόνους και τόσο πρησμένη που δεν αναγνωρίζω το σώμα μου.  Έχω καλύψει όλους τους καθρέφτες με άσπρα βαμβακερά πανιά.

Ήμουν ποτέ όμορφη;  Επιθυμητή;
Εγώ;  Επιθυμούσα πραγματικά ή προκαλούσα την επιθυμία;  Να όπως τώρα που λέω να της ξαναστείλω ένα νεύμα.  Γίνεται η επιθυμία να είναι αναγκαστική;  Μήπως αν ξεκινούσε από υποχρεωτική και σιγά σιγά γινόταν και πάλι αυθόρμητη και πηγαία;

Καμμιά φορά χάνεις το νήμα και μετά από λίγο καιρό βρίσκεις τις άκρες του.  Τώρα είναι χαμένο χρόνια.  Γίνεται τόσο σιγά που στην αρχή δε παίρνεις είδηση.  Μετά λίγο ψάχνεσαι κι έπειτα το συνηθίζεις.  Από κει και ύστερα υπάρχει πισωγυρισμός;  Μήπως έχει περάσει στην ανυπαρξία;  Υπήρξε ποτέ;  Κι αν ήταν δημιούργημα του μυαλού;  Κι αν το μυαλό είναι αυτό που έχει βγει για βόλτα στην εξοχή;  Κι αν δεν επιστρέψει;

Κι ο ύπνος;  Τον αποζητάς;  Κι αν στον επιβάλλουν;  Ή αν σου τον επέβαλες εσύ;  Κάτι σα φάρμακο δλδ για να καταπιείς τη ζωή!  Ή πιο σωστά την καθημερινότητα.  Ότι δεν αντέχεις τέλος πάντων.

Πρώτη μου φορά γυρνάω σα την αλεπού γύρω μου και δε μπορώ να πιάσω την ουρά μου.  Ούτε από πουθενά αλλού μπορώ να πιαστώ.  Όλα μου φαίνονται αέρας.  Τίποτα.  Και το χειρότερο η συνειδοποίηση πως πάντα το ίδιο συνέβαινε.  Κι ας ζούσα εγώ τα κομμάτια μου.  Κι ας χαμογελούσα.  Κι ας νόμιζα πως ήμουν ευτυχισμένη..



*έχω να ετοιμαστώ,  και μετά να πάω στους καλεσμένους μου


Saturday, November 26, 2011

αν





6.30 το απόγευμα,  ημέρα σάββατο.  Τσάι με μέλι και λεμόνι και αλκοόλ.  Ο λαιμός μου τσούζει μέρες τώρα και τα πρωινά έχω μια ελαφριά βραχνάδα στη φωνή.  Αν μιλούσαμε ακόμη στο τηλέφωνο όπως τότε θα το καταλάβαινες.  Αν..  σε κρατούσα στο ''πάντα'',  σήμερα θα με ρωτούσες γιατί έχω αυτή την τρυφερή μπάσα χροιά στη φωνή.  Θα με ρωτούσες τι έκανα χθες βράδυ.  Θα σου απαντούσα όπως πάντα
 ''μα τίποτα''
Δεν θα με πίστευες.

Τώρα λοιπόν που το ''για πάντα''  έφυγε σου λέω πως είμαστε πιο ειλικρινείς και γελάς.  Σου λέω πως έχουμε πια αυτό που θέλαμε ο ένας από τον άλλο.  Εγώ την ειλικρίνεια σου κι εσύ την ηρεμία μου.  Μετά μου λες
 ''όχι δεν ήταν αυτό που θέλαμε''
Δε σε πιστεύω.

Αν δεν είχε τελειώσει το ''πάντα'' και μιλούσαμε ακόμη όπως τότε,  θα σου έλεγα πως τα σάββατα μου δεν είναι πια ίδια.  Έχουν αλλάξει τα πάντα κι εγώ απλά προσπαθώ να συμβιβαστώ.  Γιατί συνειδητοποιημένη είμαι όσο ποτέ.  Δεν ξέρω αν συμβεί ποτέ αυτό.  Εννοώ αν συμβεί πραγματικά.  Σε βάθος.

Αγαπώ τους ανθρώπους που είναι δίπλα μου.  Λέω πως αν δεν ήταν δεν θα ήταν έτσι αυτό,  ούτε κι εκείνο.  Μετά σκέφτομαι πόσο έχουν επιρεάσει τον τρόπο ζωής και σκέψης μου τούτοι οι χαρακτήρες.  Κατά πόσο η δική τους αγάπη και το δικό μου βόλεμα ήταν ένα μαξιλάρι στο πρόσωπο μου που μου έκοβε την ανάσα,  που μου ελάττωνε την κίνηση.

Και τώρα που αυτοί οι άνθρωποι έχουν αλλάξει,  πρέπει να βάλω τις νέες συνθήκες στο χαλί και να τις κανακέψω.  Να τις φέρω βόλτα.  Να ελιχθώ σωστά!
Δύσκολο όταν χρόνια ολόκληρα πορεύεσαι μ ένα συγκεκριμένο τρόπο.  Θέλει κώλο.  Κότσια.  Θέλει μαγκιά!

Δε θα τα μάθεις όλα αυτά για ένα πολύ βασικό λόγο.  Αυτός είναι πως τελευταία,  δε σου μιλάω πολύ,  αλλά το παραμικρό που θα σου πω,  πολύ εύκολα το χρησιμοποιείς εναντίον μου.
Επίσης,  ξέρω πως θα ψάξεις,  έστω στιγμιαία να βρεις μια απάντηση..  όπως πάντα..  δεν αφήνεις τίποτα να πέσει κάτω.  Και ξέρω πως αυτή η απάντηση κατά βάθος θα αφορά εσένα κι όχι εμένα.  Γιατί εμένα δε με ξέρεις.  Ούτε την κατάσταση μου.  Είσαι αυτό που λέμε ''στην απ έξω'',  ''μακριά''  πως αλλιώς να το πω!

Όπως την άλλη φορά που σου είπα πως κινδυνεύουμε να ζούμε τέσσερις άνθρωποι με πεντακόσια ευρώ και μου απάντησες πως εσύ κινδυνεύεις να τα χάσεις όλα και δε φοβάσαι τόσο.
Εσύ που έχεις δεκαέξι υπαλλήλους να δουλεύουν για σένα.  Εσύ που έκανες όλα όσα ήθελες για τον εαυτό σου και για όσους αγαπάς.

Τελικά περισσότερο φοβάται να μην χάσει αυτός που έχει μάθει πάντα να κερδίζει,  παρά ο άλλος ο από πάντα χαμένος.

Να γιατί έδιωξα μακριά το ''για πάντα'',  γιατί είμασταν δυο τόσο διαφορετικοί άνθρωποι!

Tuesday, November 22, 2011

μάσκα βροχής







O χρόνος μέσα από μια σειρά φωτογραφίες.  Ο χρόνος μέσα από τις αναμνήσεις.  Ο χρόνος μου έχει ζωγραφίσει στο πρόσωπο μια μάσκα που μοιάζει με βροχή.  Άγρια για όποιον μπορεί να καταλάβει.  Άκρες των φρυδιών που κατεβαίνουν χαμηλά.  Χλωμό δέρμα.  Συνοφρυωμένο στόμα.

Πλησιάζει η γιορτή μου και δεν είναι μόνο που θα γευτώ το αγαπημένο μου γλυκό.  Είναι οι αλλαγές στο παντού που μοιάζει σιγά σιγά να μη μου ανήκει.  Είναι η συγκρατημένη χαρά του τίποτα δεν ήταν όπως το φανταστήκαμε.  Πέρα από μικροσκοπικές στιγμές.

Θέλω να δώσω αλλά μου λείπει το έχω.  Το υλικό έχω που χρειάζεται να πορευτούν τα αναγκαία.  Και ότι είχα δεν πρόλαβα να αγγίξω.  Πάντα γλυστρούσε η επιφάνεια.  Πάντα κυλούσα προς την αντίθετη πλευρά και αφηνόμουν.

Η μοναξιά μας οδήγησε σ ένα κόσμο εικονικό.  Σ ένα κόσμο με απίστευτες επιλογές που μοιάζει σα τον αέρα που αναπνέουμε και όχι σα το μήλο ή το πορτοκάλι που δαγκώνουμε.  Δεν έχει γεύση.  Δεν έχει ουσία.  Μία καρέκλα και ένα ζευγάρι καλοδυωμένα γυαλιά σύνδεσης.  Και αέρας..  τι να τον κάνεις σκέτο αέρα..

Η διάθεση μου μ εγκαταλείπει.  Όχι για πάντα.  Εμφανίζεται που και που..  Να ας πούμε προχθές βρέθηκε ανάμεσα στα μαλλιά μου,  που μόλις είχαν αποκτήσει ξανθές και σοκολατένιες ανταύγειες.  Μετά πήγα σπίτι.  Περίμενα να δω αντιδράσεις.  Πίστεψε με δε πήρε είδηση κανείς.  Μόνο η μάνα μου.

 Έβαψες τα μαλλιά σου κορίτσι μου;  με ρώτησε

Καλά έκανες,  όμορφα είναι

Η μάνα μου.  Μια γυναίκα που δεν την έχει εγκαταλείψει ποτέ η διάθεση.  Έβγαλε ότι είχε να βγάλει όπως το φίδι το φαρμάκι του και το άφησε στην παιδική μου ηλικία.  Φαντάζομαι δεν θα της βγαίναν τα όνειρα.  Αλλιώς γιατί τόσο μίσος;
Τώρα ηρέμησε.  Και γλύκανε.  Κι αδιαφόρησε για όσα δεν της αναλογούν.  Και στάζει μέλι.  Ότι ήταν να κάνω σου λέει το έκανα.  Τι μου απομένει;  Η γλύκα.  Αφού ότι είναι να γίνει γίνεται.  Δε πα να χτυπιέσαι εσύ.  Δε πα να γίνεις ταραμάς.  Τέλος-

Η μάνα μου που λες όπου καθόταν λες και είχε βαμβάκια στον κώλο της.  Καθόταν γερά.  Και μόλις προσαρμοζόταν στο περιβάλλον άρχιζε τα δικά της.  Έτσι να το κάνεις αυτό,  αλλιώς να το κάνεις εκείνο.  Για το καλό σου τα λέω.  Έτσι μου έλεγε.  Και χόρταινε τον εαυτό της.

Έγώ πάλι όπως σου είπα πατούσα πάντα επάνω σε γυαλί.  Λαμπερό στο φως του ήλιου.  Με τύφλωνε,  ούτε που έβλεπα που ήμουν.  Και μετά πάντα σα κάποιος να μου έριχνε ένα κουβά νερό στα πόδια.  Και φαπ έπεφτα.  Και φαπ γλυστρούσα.  Και δε καταλάβαινα γρι.  Κι έτσι ζούσα.

Και να τώρα γιατί δεν έχω τίποτα.  Τόσα και τόσα περάσαν από τα χέρια μου.  Σα να μη τα έβλεπα εγώ.  Όχι πως δε τα ζούσα,  τα ζούσα..  αλλά να..  ποτέ μέχρι το μεδούλι..

Εκτός..  εκτός  από μια φορά.
Σου έχω πει αυτή την ιστορία με τον Κ.
Ερωτεύτηκα.  Αληθινά.  Γήινα.
Δε μπορώ να πω ανθρώπινα γιατι τώρα που το σκέφτομαι όλη η συμπεριφορά μου έμοιαζε περισσότερο με εκείνη του ζώου.  Και η δική του το ίδιο.  Ίσως να είχαμε τα ίδια απωθημένα.  Να μας παίδευαν κοινά κατάλοιπα.  Ποιός ξέρει.
Δέκα χρόνια έρωτας.  Εγώ έφυγα.
Το είχα πει πολλές φορές πως θα φύγω αλλά πάντα ξαναγυρνούσα.  Χώναμε τα νύχια μας ο ένας στη σάρκα του άλλου όσο πιο βαθιά μας έπαιρνε.  Ίσως και να μισούσαμε αυτό που μας συνέβαινε.  Ίσως να είναι κι ο ίδιος ο έρωτας που σε τρελλαίνει τόσο.  Ποιός μπορεί να δώσει απάντηση..

Έφτιαξα ένα καφέ τώρα κι ανακάτευα με το κουταλάκι.  Να έτσι ακριβώς είμασταν..  Σα το καφέ και τη ζάχαρη μέσα σε ζεστό νερό.  Μόνο που κάποιες φορές χάναμε το καιμάκι.
Τέλος πάντων.  Ωραίες στιγμές.  Αυτές τις έζησα κι ας γλυστρούσα.  Πιό έντονα από οποιεσδήποτε άλλες.  Δε βαριέσαι.  Όλα τελειώνουν.  Όλα παίρνουν το δρόμο τους.  Το δικό τους δρόμο,  όχι τον δικό σου..

Νιώθω κουρασμένη.  Να τελειώσω το καφέ μου και να πλέξω με τις βελόνες το κασκόλ για το λαιμουδάκι της κόρης μου.  Να ανοίξω τηλεόραση.  Να συμμαζέψω λίγο το σπίτι,  μετά τις δυο είναι να μου φέρουν τα χαλιά..

Παλιά χαλιά..  ήταν από τα ακριβώτερα όμως !

Tuesday, November 15, 2011

είμαι εγώ






Έχω υπάρξει αέρας και χώμα,  σύννεφο και ήλιος και φεγγάρι,  χαμογελαστή και σκυθρωπή,  ιδιαίτερη και ψυχρή,  έχω παρακαλέσει κι έχω απορρίψει,  έχω γεννήσει κι έχω σκοτώσει,  έχω αγαπήσει κι έχω μισήσει.

Έχω υπάρξει τόσο έξυπνη όσο και βλάκας,  τόσο αγαθή όσο και κουτοπόνηρη,  τόσο παιδί και τόσο ενήλικας,  τόσο ψεύτρα και τόσο αληθινή,  τόσο αγία όσο και στριμμένη,  τόσο τεμπέλα όσο και δημιουργική,  τόσο αλλαζόνας όσο και σεμνή,  τόσο θρασύς όσο και ντροπαλή,  τόσο ο εαυτός μου όσο και για τους άλλους,  τόσο ανυπεράσπιστη όσο και δυνατή,  τόσο κερδισμένη όσο και ηττημένη,  τόσο επιλεκτική όσο και κακόγουστη,  τόσο κατίνα όσο και κυρία,  τόσο όμορφη όσο και άσχημη,  τόσο φιλάρεσκη όσο και αδιάφορη,  τόσο γεμάτη όσο και κενή,  τόσο σκεπτική όσο και αλόγιστη,  τόσο γρήγορη και τόσο βραδύς,  τόσο ανασφαλής και τόσο θαρραλέα,  τόσο καταδεκτική όσο και ακατάδεκτη,  τόσο γνωστική όσο και άμυαλη,  τόσο λεπτεπίλεπτη όσο και χοντροκομμένη,  τόσο διακριτική όσο και άχαρη.

Έχω υπάρξει ειλικρινής αλλά και έχω παραμυθιάσει,  έχω χαιδέψει αλλά κι έχω χαστουκίσει,  έχω υπάρξει ευαίσθητη αλλά και γαιδούρι,  ξανθιά και μελαχροινή,  φίλη και φίδι,  έχω οργιστεί αλλά έχω επίσης ικετέψει,  έχω κλάψει κι έχω χλευάσει !


Tuesday, November 1, 2011

''δικός μου''





Πρέπει να πάρω την κατάσταση στα χέρια μου.  Με κούρασαν πια τα δε μπορώ.  Με παιδεύουν οι ίδιες μου οι επιλογές.  Κερδίζω εκείνο και χάνω το άλλο..

Προσπαθώ να μπω στη θέση σου..
Το πρώτο που θα ήθελα να γνωρίζω είναι το πως με βλέπεις..  μετά το τι περιμένεις από εμένα..  κι έπειτα το τι σε πληγώνει και σου δημιουργεί όλα αυτά τα απωθημένα που σε κάνουν να μου μιλάς μ' αυτό τον απαίσιο τρόπο..

Μετά σκέφτομαι πως υπάρχει άλλη μια λύση..
Να ξεχάσω τελείως την ύπαρξη σου..
Σκέφτομαι τα υπέρ και τα κατά.  Θα κερδίσω την ησυχία μου,  ίσως και την αξιοπρέπεια μου..  θα χάσω κάποιον που σχεδόν μια ζωή θεωρούσα ''δικό μου''  άνθρωπο..

Θα περάσω σε μια άλλη θεωρία..  ''δικός μου''  άνθρωπος δεν υπήρξε και δεν θα υπάρξει ποτέ..  δε λέω για αυτούς που είναι καθημερινά δίπλα σου και είναι γιατί έχουν αποδείξει ότι αξίζει να είναι..
Λέω για σένα που ήσουν ο από τους λίγο παραέξω..
για σένα που έχεις χρησιμοποιήσει ότι κι αν σου έχω πει για να μπήξεις τα νύχια σου στο δέρμα μου..  αλλά ήσουν πάντα εκεί..  έστω κι έτσι δεν προφασίστηκες ποτέ το δε μπορώ ή το δε θέλω..

Λέμε θα πιούμε καφέ,  μου ζητάς ένα τέταρτο παράταση στο ραντεβού,  για να φέρεις καφέ από το αγαπημένο μαγαζί που είναι στο κέντρο και δυσκολεύεσαι να παρκάρεις..
Περνάμε μια ώρα και κάτι μαζί ( έχουμε να βρεθούμε πάνω από μήνα)  κι αντί να έχουμε περάσει τόσο όμορφα που να μη θέλω να τελειώσει η συνάντηση,  δε βλέπω την ώρα να φύγω,  κι σαν επακόλουθο έχω μια αρνητική και πικρή γεύση εδώ και μια βδομάδα..  και θα την έχω για άλλον ένα μήνα..
μέχρι να φύγει τελείως και μετά πάλι από την αρχή..

Και να μου τηλεφωνείς δέκα λεπτά μετά,  αφού έχω κατέβει από το αυτοκίνητο γιατί;
Αφού μου έχεις δημιουργήσει τέτοιο πονοκέφαλο που δε μπορώ να σου μιλήσω..
Σου το λέω και τι μου απαντάς;
''αν δε θέλεις να ξαναπιούμε καφέ δε πειράζει,  δε με πειράζει καθόλου''

''Πήρες για να μου πείς πως δε σε πειράζει αν δε ξαναπιούμε καφέ;''  σου απαντώ
Και μου έκλεισες το τηλέφωνο..

Πρέπει να πάρω την κατάσταση στα χέρια μου λέω,  ''δικός μου'' άνθρωπος δεν υπάρχει,  είναι δικό μου εφεύρημα για τις δύσκολες στιγμές.. χωρίς πραγματικό αντίκρυσμα..


Sunday, October 9, 2011

σακί








έχεις ένα τρόπο να πιάνεις το λαιμό μου σφιχτά,  να φέρνεις το πρόσωπο σου κοντά στο δικό μου,  να δαγκώνεις τα χείλια μου,  να στρίβεις το λαιμό μου,  να βρωμάει το χνώτο σου,  να φωνάζω ''πονάω'' και να απαντάς πως ασχολούμαι με λεπτομέρειες!

έχω ένα τρόπο να έρχομαι κοντά σου,  να σ αφήνω να αγγίξεις το λαιμό μου,  να πλησιάσεις το πρόσωπο σου στο δικό μου,  να δαγκώνεις τα χείλια μου,  σχεδόν εκλιπαρώ να νιώσω το αίμα,  αφήνομαι να στρίψεις το λαιμό μου,  μεθυστική μυρωδιά το χνώτο σου,  υπνωτισμένη σχεδόν φωνάζω ''πονάω'' κι ακούω μια φωνή βαθιά λες και μόλις έχω αναρρώσει από εγχείρηση λοβοτομής να μου λέει πως ασχολούμαι με λεπτομέρειες!

δεν έχω βιώσει σχέση με τόσες αντιφάσεις με τόσο εγωισμό με τόσο παραλογισμό με τόση πίεση με τόσα χτυπήματα μέσα σ ένα σκοτάδι ικεσίας,  ένα παρακαλητό του τύπου ''δες με όπως πραγματικά είμαι και μη με χτυπάς''  ''μη με χτυπάς γιατί πονάω''  πονάω γιατί δεν είσαι αυτό που θα ήθελα''  ''σε θέλω όπως ακριβώς είσαι''  ''έχω γεμίσει μελανιές κοίτα''  ''πόσο μπορούν να κοιτάξουν τα μάτια σου όταν απαιτείς''  ''πόση δύναμη έχεις όταν πιέζεις''  ''πόση αδυναμία μπορείς να νιώσεις σε στιγμή αμηχανίας''  ''πόσο μπορείς να γδάρεις το εγώ του άλλου όταν σε φέρνει σε αμηχανία''

κοίτα δεν είμαι σάκος του μποξ για να προπονείς καθημερινά την επιβεβαίωση σου,  δεν είμαι..

Friday, April 1, 2011

πόσα βήματα;


Σκάλιζε σκάλιζε με βρήκα να περιφέρομαι σ εκείνη τη πλατεία  με τα δέντρα τα πολλά,  και τον περίεργο φωτισμό τις νύχτες.
Έχει πουλιά να κουτσουλάνε το πλακόστρωτο και υπογραμίζεται από όνειρα αλλοδαπών.

Πόσα βήματα;

Να περάσω τα φανάρια,  κόκκινο,  πράσινο,  να στρίψω δεξιά,  μετά ίσια,  ύστερα μια αναπάντητη για επιβεβαίωση,  η καρδιά μου δεν καλπάζει πια,  η ανάσα μου δε χύνεται ορμητικά, το μυαλό μου δεν είναι σαλεμένο.
Τα έχω όλα γραμμένα σ ένα χαρτί και τα επαναλαμβάνω κάθε πρωί στον εαυτό μου.  Όπως τις φορές που πηγαίνω στο super market και ξέρω τι χρειάζομαι.



Επιβεβαίωση.
Λόγια.
Γέλια.
Οικειότητα.
Αυθορμητισμό.
Μπλα μπλα.


Με ρωτάς,  όχι επειδή σε νοιάζει μα για να πεις κάτι,  ποιά ήταν η πιό χαρούμενη ώρα μου μέσα στην εβδομάδα που πέρασε.  Σκέφτομαι λίγο και σου απαντώ ΑΥΤΗ!

Βγαίνοντας από το αυτοκίνητο,  κουτσαίνω λιγάκι,  το παθαίνω αυτό κάθε φορά που αφήνομαι σε ένα σημείο,  δε με βλέπεις,  στρώνω το παλτό μου,  κρεμάω στον ώμο την τσάντα μου, μυρίζει παντού Άνοιξη ή είναι που κουβαλάω εσένα μαζί μου;

Αυτός ο χειμώνας ήταν δύσκολος πολύ μα δεν έχει νόημα να σου δώσω στο χέρι τους λόγους..  πάει,  πέρασε..

Tuesday, March 1, 2011

###

μέρες τώρα είχα πιάσει με ένα κατσαβίδι να σκαλίζω την άσφαλτο
αφαιρώντας κομμάτια,  σμίλεψα μια γούβα στο σχήμα της καρδιάς

στις πρώτες βροχές γέμισε
ως απάνω με νερό

να ήξερες πόσο διψούσα

Wednesday, February 16, 2011

!

o θάνατος κι η γέννηση,  αν μπορούσαν με κάποιο τρόπο να περιγραφούν,  θα ήταν με παρόμοιας βαρύτητας λέξεις





ανάμεσα τους,  μικροί σπαρακτικοί οργασμοί!

Tuesday, January 18, 2011

πόσο;

Tις μέρες που θέλω να πετάξω και δεν έχω που,  αναδιπλώνομαι,  κρύβω τα φτερά ανάμεσα στα πόδια μου,  και μασάω με δύναμη τα νύχια των χεριών μου.  Τις νύχτες με πανσέληνο απλώνω τα ρούχα,  με χέρια που τρέμουν από την ένταση.
Έχω υπομονή,  όση το τζάμι του τραπεζιού στη βεράντα που φιλοξενεί την αντανάκλαση του ολοστρόγγυλου φεγγαριού.
Ψέμματα.
Υπομονή δεν έχω για αυτό και ξεσκίζομαι,  όμως από μέσα προς τα έξω κι έτσι αυτό που φτάνει σ εσένα είναι ένα τίποτα υπό το μηδέν.







Δε θα πάψουν ποτέ τα θέλω μου ακόμη κι αν ντυθώ εκείνο το μαύρο μακρύ παλτό με τη μικρή γούνα στο γιακά.  Ακόμη κι αν περπατώ με πόδια γερασμένου πουλιού.

Τι θέλω ρε γαμώ το;
Ν αγαπήσω θέλω.
Να σε γεμίσω με τις σκέψεις μου θέλω.

Υπομονετικά να μ ακούσεις και να μου χαμογελάσεις θέλω,  πόσο μπορεί πια να κοστίζει αυτό;